- συναυλίας
- συναυλίᾱς , συναυλίαconcert of lyre and flutefem acc plσυναυλίᾱς , συναυλίαconcert of lyre and flutefem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
έναρξη — η (AM ἔναρξις) 1. αρχή, αρχίνισμα, ξεκίνημα («έναρξη εργασιών, μαθημάτων») 2. το χρονικό σημείο στο οποίο γίνεται η έναρξη μιας ενέργειας ή καταστάσεως («έναρξη αγώνων», «έναρξη συναυλίας») μσν. ένα από τα σαράντα άφωνα μεγάλα σημάδια τής… … Dictionary of Greek
δοκιμή — η (AM δοκιμή) [δόκιμος] 1. δοκιμασία, εξέταση, έλεγχος 2. απόδειξη νεοελλ. 1. δοκιμαστική εκτέλεση συναυλίας, θεατρικού έργου κ.λπ. για την αρτιότερη προετοιμασία του, πρόβα 2. έλεγχος ενδυμάτων, υποδημάτων κ.λπ. από τον αγοραστή για την… … Dictionary of Greek
σκηνοθεσία — Το σύνολο διάφορων δραστηριοτήτων, καλλιτεχνικών και τεχνικών, που τείνουν στην πραγμάτωση της δραματικής ατμόσφαιρας ενός θεατρικού κειμένου. Στην κλασική αρχαιότητα και στο μεσαιωνικό θέατρο καθήκοντα σκηνοθέτη ασκούσαν οι συγγραφείς. Από το… … Dictionary of Greek
χορηγός — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 700 μ.), στην πρώην επαρχία Βοΐου, του νομού Κοζάνης. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (8 τ. χλμ.). * * * ο, ΝΜΑ, και δωρ. τ. χοραγός, θηλ. χορηγίς, ίδος, Α 1. (στην αρχ. Αθήνα) εύπορος πολίτης ο οποίος κατέβαλλε την δαπάνη… … Dictionary of Greek
Μπετόβεν, Λούντβιχ βαν- — (Ludwig van Beethoven, Βόνη 1770 – Βιέννη 1827). Γερμανός συνθέτης, μια από τις κυρίαρχες μορφές της μουσικής τέχνης όλων των εποχών. Γεννήθηκε από φλαμανδική οικογένεια, η οποία είχε μακροχρόνιες σχέσεις με τη μουσική. Ο Μ. άρχισε τις πρώτες του … Dictionary of Greek
έναρξη — η 1. η αρχή ενέργειας, το αρχίνισμα, το άρχισμα: Έναρξη μαθημάτων. 2. το χρονικό σημείο από όπου γίνεται αρχή ενέργειας ή κατάστασης: Έναρξη συναυλίας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
πρεμιέρα — η (λ. γαλλ.), η πρώτη θεατρική παράσταση ή εκτέλεση συναυλίας: Σήμερα το Κρατικό Θέατρο έχει πρεμιέρα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)